{"hideHeader":false,"hideFooter":false,"bodyClass":"u-body u-xl-mode","bodyStyle":"","localFontsFile":"","backToTop":"\n","popupDialogs":"\n"}

Είδη πρώιμης προσκόλλησης και απορρέοντα χαρακτηριστικά συσχέτισης

1. Ασφαλής προσκόλληση

Ο/η φροντιστής του βρέφους είναι σταθερά διαθέσιμος/η, ευαίσθητος/η απέναντι στα μηνύματα του βρέφους, δεκτικός/ή ως προς την δυσφορία του και ανταποκρίνεται κατάλληλα στις ανάγκες του. Αφήνει το παιδί να περιφέρεται, να τριγυρίζει, αλλά είναι εκεί γι’ αυτό όταν επιστρέψει για ασφάλεια και ανακούφιση.

Παίρνει αγκαλιά το παιδί, παίζει μαζί του και το καθησυχάζει όταν χρειάζεται. Έτσι, το παιδί μαθαίνει ότι μπορεί να εκφράσει αρνητικά συναισθήματα και κάποιος θα το βοηθήσει. Μαθαίνει επίσης πως να εμπιστεύεται και να έχει υγιή αυτοεκτίμηση. Αποκτά επαφή με τα συναισθήματά του, αναπτύσσει τις δεξιότητές του και την ικανότητα να χτίζει επιτυχημένες σχέσεις.

Ως αποτέλεσμα ασφαλούς δεσμού στην παιδική ηλικία, το ενήλικο άτομο συνάπτει ασφαλείς δεσμούς.

Του είναι σχετικά εύκολο να έρχεται συναισθηματικά κοντά με τους άλλους. Νιώθει άνετα να βασίζεται στους άλλους και να βασίζονται οι άλλοι σ’ αυτόν. Δεν ανησυχεί αν θα μείνει μόνος του και αν οι άλλοι τον αποδέχονται.

2. Ανασφαλής δεσμός προσκόλλησης

Ο/η φροντιστής δεν είναι τόσο δεκτικός και ευαίσθητος στις απαιτήσεις του βρέφους για ασφάλεια και παρηγοριά, δεν είναι σταθερά διαθέσιμος ή έχει έναν απρόβλεπτο τρόπο ανταπόκρισης στις ανάγκες του.

Ο ανασφαλής δεσμός διακρίνεται σε δύο υποκατηγορίες:

2Α. Απορριπτικός/Αποφευκτικός δεσμός

Ο φροντιστής δυσκολεύεται να αποδεχθεί και να ανταποκριθεί με ευαισθησία στις ανάγκες του παιδιού. Είναι συνεχώς αποσυνδεδεμένος συναισθηματικά από το παιδί ,με αποτέλεσμα το παιδί να πιστεύει ότι οι ανάγκες του δεν θα ικανοποιηθούν. Ο φροντιστής γενικά δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παιδιού, είναι απορριπτικός και απόμακρος. Αντί να παρηγορεί το παιδί, υποτιμά τα συναισθήματά του, απορρίπτει τις απαιτήσεις του και δεν το βοηθά όταν αντιμετωπίζει τις δυσκολίες που συναντά.

Επιπλέον, μπορεί να αναμένεται από το παιδί να παρέχει βοήθεια στο φροντιστή με τις δικές του ανάγκες. Το παιδί μαθαίνει ότι είναι καλύτερο να μην εμπλέκει το φροντιστή, αφού, σε τελική ανάλυση, δεν αποκρίνεται με χρήσιμο τρόπο.  Έτσι, δεν στρέφεται στο φροντιστή όταν νιώθει άσχημα και προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει την εκδήλωση αρνητικών συναισθημάτων. Μαθαίνει ότι το καλύτερο είναι να μπλοκάρει τα συναισθήματά του και να γίνει αυτάρκης.

Ως αποτέλεσμα Απορριπτικού/Αποφευκτικού δεσμού στην παιδική ηλικία, το ενήλικο άτομο συνάπτει Απορριπτικούς/Αποφευκτικούς δεσμούς

Νιώθει άνετα χωρίς κοντινές συναισθηματικές σχέσεις. Του είναι πολύ σημαντικό να αισθάνεται ανεξάρτητος και αυτάρκης και προτιμά να μην εξαρτάται από τους άλλους και οι άλλοι να μην εξαρτώνται απ’ αυτόν.

Θεωρεί τον εαυτό του αυτάρκη και άτρωτο σε συναισθήματα που σχετίζονται με τη στενή σύνδεση με τους άλλους. Μπορεί να αρνείται ότι χρειάζεται κοντινές σχέσεις. Έχει γενικότερα μια αμυντική στάση απέναντι στους άλλους.

2Β. Απορροφημένος/Αμφιθυμικός δεσμός

Ο φροντιστής είναι ασυνεπής και απρόβλεπτος στη συναισθηματική του ανταπόκριση. Μερικές φορές εμπλέκεται υπερβολικά και άλλες φορές αποσύρεται. Η φροντίδα και προστασία μερικές φορές υπάρχει και μερικές φορές όχι. Το παιδί δεν αναπτύσσει αίσθημα ασφάλειας απ’ το φροντιστή αφού δεν μπορεί να βασιστεί ότι αυτός θα είναι εκεί όταν χρειάζεται π.χ. όταν νιώσει απειλή. Έτσι, δεν απομακρύνεται εύκολα απ’ το φροντιστή για να εξερευνήσει το περιβάλλον.

Το παιδί γίνεται πιο απαιτητικό και ίσως προσκολλάται, ελπίζοντας ότι η υπερβολική του δυσφορία θα αναγκάσει το φροντιστή να αντιδράσει. Η έλλειψη προβλεψιμότητας δημιουργεί στο παιδί  άγχος για όλες τις μελλοντικές του σχέσεις και γίνεται «αναγκεμένο», θυμωμένο και δύσπιστο.

Ως αποτέλεσμα Απορροφημένου/Αμφιθυμικού δεσμού στην παιδική ηλικία, το ενήλικο άτομο συνάπτει Απορροφημένους δεσμούς.

Θέλει να έχει απόλυτη συναισθηματική εγγύτητα με τους άλλους αλλά συχνά διαπιστώνει ότι εκείνοι δεν είναι πρόθυμοι να έρθουν τόσο κοντά όσο θα ήθελε.

Νιώθεί άβολα χωρίς κοντινές σχέσεις αλλά μερικές φορές ανησυχεί ότι οι άλλοι δεν τον υπολογίζουν όσο τους υπολογίζει εκείνος.

Οι άνθρωποι που ανήκουν σ’ αυτόν τον τύπο αναζητούν υψηλό επίπεδο οικειότητας,  αποδοχής και αμεσότητας από τους συντρόφους τους, μερικές φορές σε τέτοιο βαθμό που γίνονται εξαρτητικοί.

Τα παιδιά με ανασφαλή προσκόλληση και των δύο τύπων θεωρούν τους εαυτούς τους ως μη αξιόλογους και ανάξιους αγάπης, δεν έχουν εμπιστοσύνη στις ικανότητες τους ενώ οι άλλοι προσλαμβάνονται ως απορριπτικοί, μη προβλέψιμοι και ίσως τιμωρητικοί.

3. Αποδιοργανωμένη προσκόλληση

Ο φροντιστής είναι τρομακτικός ή τραυματίζει το παιδί, οδηγώντας το να βιώνει μια βαθιά αίσθηση φόβου και έλλειψη εμπιστοσύνης στους άλλους παρά το γεγονός ότι θέλει κοντινές σχέσεις. Μπορεί να παραμελεί το παιδί ή ακόμη και να το κακοποιεί, οπότε το παιδί δεν αναπτύσσει κατανόηση για τα όρια και έχει σύγχυση γύρω από το πώς είναι μια υγιής σχέση.

Η συμπεριφορά του φροντιστή είναι γενικά παράτυπη: απορρίπτει, γελοιοποιεί και φοβίζει το παιδί.

Οι φροντιστές με τέτοιες συμπεριφορές συχνά έχουν ένα παρελθόν με άλυτα τραύματα. Δυστυχώς, όταν το παιδί πλησιάζει το φροντιστή, αισθάνεται φόβο και αυξημένο άγχος αντί για φροντίδα και προστασία.

Οι προηγούμενοι τύποι προσκόλλησης αναφέρονται μερικές φορές ως «οργανωμένοι»,  επειδή το παιδί μαθαίνει πώς πρέπει να συμπεριφέρεται και οργανώνει ανάλογα τη στρατηγική του.

Αυτός ο τύπος προσκόλλησης θεωρείται «αποδιοργανωμένος» επειδή η στρατηγική του παιδιού είναι αποδιοργανωμένη -και το ίδιο αποδιοργανωμένη είναι η απορρέουσα συμπεριφορά του.

Τελικά, το παιδί αρχίζει να αναπτύσσει συμπεριφορές που το βοηθούν να νιώθει κάπως ασφαλής. Για παράδειγμα, μπορεί να γίνεται επιθετικό απέναντι στον γονέα, να αρνείται τη φροντίδα του ή να γίνεται εξαιρετικά αυτάρκης.

Ως αποτέλεσμα Αποδιοργανωμένου δεσμού στην παιδική ηλικία, το ενήλικο άτομο συνάπτει Φοβικούς δεσμούς.

Δε νιώθει άνετα να έρχεται κοντά με τους άλλους. Επιθυμεί συναισθηματικά κοντινές σχέσεις αλλά το βρίσκει δύσκολο να εμπιστευτεί απόλυτα τους άλλους ή να στηριχτεί σ’ αυτούς.

Μερικές φορές ανησυχεί ότι θα πληγωθεί αν επιτρέψει στον εαυτό του να έρθει πολύ κοντά στους άλλους.

Οι άνθρωποι που ανήκουν σ’ αυτόν το στυλ δεσμού έχουν ανάμεικτα συναισθήματα γύρω από τις κοντινές σχέσεις. Από τη μία πλευρά επιθυμούν να έχουν συναισθηματικά κοντινές σχέσεις ενώ από την άλλη νιώθουν άβολα με τη συναισθηματική εγγύτητα. Συνήθως αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως μη άξιο ανταπόκρισης/αγάπης από το σύντροφό τους και δεν εμπιστεύονται τις προθέσεις του συντρόφου τους.

Όροι και Προϋποθέσεις Αναδημοσίευσης Περιεχομένου

Συγγραφέας άρθρου: Παναγιώτα Δ. Κυπραίου MSc Ψυχολογία Υγείας, MBPsS - Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP) - Επόπτρια Σωματικής Ψυχοθεραπείας - Συντονίστρια Σχολών Γονέων https://www.psychotherapeia.net.gr